Tijden - wijzen Actieve Vorm
Aantonende wijs Enkelvoud Meervoud
Onvoltooid tegenwoordige tijd εξαιρώ εξαιρούμε
εξαιρείς εξαιρείτε
εξαιρεί εξαιρούν(ε)
Onvoltooid verleden tijd εξαιρούσα εξαιρούσαμε
εξαιρούσες εξαιρούσατε
εξαιρούσε εξαιρούσαν(ε)
Aoristus εξαίρεσα εξαιρέσαμε
εξαίρεσες εξαιρέσατε
εξαίρεσε εξαίρεσαν, εξαιρέσαν(ε)
Voltooid tegenwoordige tijd έχω εξαιρέσει έχουμε εξαιρέσει
έχεις εξαιρέσει έχετε εξαιρέσει
έχει εξαιρέσει έχουν εξαιρέσει
Voltooid verleden tijd είχα εξαιρέσει είχαμε εξαιρέσει
είχες εξαιρέσει είχατε εξαιρέσει
είχε εξαιρέσει είχαν εξαιρέσει
Toekomende tijd (1) θα εξαιρώ θα εξαιρούμε
θα εξαιρείς θα εξαιρείτε
θα εξαιρεί θα εξαιρούν(ε)
Toekomende tijd (2) θα εξαιρέσω θα εξαιρέσουμε, θα εξαιρέσομε
θα εξαιρέσεις θα εξαιρέσετε
θα εξαιρέσει θα εξαιρέσουν(ε)
Voltooid toekomende tijd θα έχω εξαιρέσει θα έχουμε εξαιρέσει
θα έχεις εξαιρέσει θα έχετε εξαιρέσει
θα έχει εξαιρέσει θα έχουν εξαιρέσει
Aanvoegende wijs
Onvoltooid tegenwoordige tijd να εξαιρώ να εξαιρούμε
να εξαιρείς να εξαιρείτε
να εξαιρεί να εξαιρούν(ε)
Aoristus να εξαιρέσω να εξαιρέσουμε, να εξαιρέσομε
να εξαιρέσεις να εξαιρέσετε
να εξαιρέσει να εξαιρέσουν(ε)
Voltooid tegenwoordige tijd να έχω εξαιρέσει να έχουμε εξαιρέσει
να έχεις εξαιρέσει να έχετε εξαιρέσει
να έχει εξαιρέσει να έχουν εξαιρέσει
Gebiedende wijs
Tegenwoordige tijd -- εξαιρείτε
Aoristus εξαιρέστε εξαιρέστε, εξαιρέσετε
Deelwoord
Tegenwoordige tijd εξαιρώντας
Voltooid tegenwoordige tijd έχοντας εξαιρέσει
Onbepaalde wijs
Aoristus εξαιρέσει
Voorbeelden met «εξαιρώ»:
ελληνικά ολλανδικά
Δεν εξαιρώ κανέναν. Ik zonder niemand uit.
Επιλέξτε άτομα εμπιστοσύνης και εξαιρέστε ανθρώπους αναξιόπιστους. Selecteer betrouwbare mensen en sluit de onbetrouwbare (mensen) uit.
Οταν μιλάμε για τάσεις στην Ελλάδα, εξαιρέστε τη χορτοφαγία. Als we over trends spreken in Griekenland, sluit het vegetarisme uit.
Werkwoorden op dezelfde manier vervoegd als «εξαιρώ»:
- αναιρώ weerleggen, herroepen
- ανακαλώ herroepen, afzeggen
- αποτελώ samenstellen, vormen
- αρκώ volstaan, voldoende zijn
- αφαιρώ afnemen, aftrekken, inkrimpen
- διαιρώ verdelen
- διαρκώ * voortduren
- εκτελώ uitvoeren, afwikkelen
- επαινώ loven
- επιτελώ volbrengen, voltrekken
- καλώ uitnodigen, dagvaarden
- μπορώ * kunnen, mogen
- παρακαλώ ** vragen, verzoeken
- προσκαλώ uitnodigen, inviteren
- τελώ (plechtig) vieren, voltrekken
- .

De met * aangegeven actieve werkwoorden hebben geen passieve vormen.

De vervoeging van het met ** aangegeven actieve werkwoord «παρακαλώ» is een combinatie van de actieve werkwoorden «πονάω, πονώ» en «μπορώ»

Tijden Passieve Vorm
Aantonende wijs Enkelvoud Meervoud
Onvoltooid tegenwoordige tijd εξαιρούμαι εξαιρούμαστε
εξαιρείσαι εξαιρείστε
εξαιρείστε εξαιρούνται
Onvoltooid verleden tijd εξαιρούμουν εξαιρούμαστε
-- --
εξαιρούνταν, εξαιρείτο εξαιρούνταν, εξαιρούντο
Aoristos εξαιρέθηκα εξαιρεθήκαμε
εξαιρέθηκες εξαιρεθήκατε
εξαιρέθηκε εξαιρέθηκαν, εξαιρεθήκαν(ε)
Voltooid tegenwoordige tijd έχω εξαιρεθεί έχουμε εξαιρεθεί
έχεις εξαιρεθεί έχετε εξαιρεθεί
έχει εξαιρεθεί έχουν εξαιρεθεί
Voltooid verleden tijd είχα εξαιρεθεί είχαμε εξαιρεθεί
είχες εξαιρεθεί είχατε εξαιρεθεί
είχε εξαιρεθεί είχαν εξαιρεθεί
Toekomende tijd (1) θα εξαιρούμαι θα εξαιρούμαστε
θα εξαιρείσαι θα εξαιρείστε
θα εξαιρείται θα εξαιρούνται
Toekomende tijd (2) θα εξαιρεθώ θα εξαιρεθούμε
θα εξαιρεθείς θα εξαιρεθείτε
θα εξαιρεθεί θα εξαιρεθούν(ε)
Voltooid toekomende tijd θα έχω εξαιρεθεί θα έχουμε εξαιρεθεί
θα έχεις εξαιρεθεί θα έχετε εξαιρεθεί
θα έχει εξαιρεθεί θα έχουν εξαιρεθεί
Aanvoegende wijs
Onvoltooid tegenwoordige tijd να εξαιρούμαι να εξαιρούμαστε
να εξαιρείσαι να εξαιρείστε
να εξαιρείται να εξαιρούνται
Aoristus να εξαιρεθώ να εξαιρεθούμε
να εξαιρεθείς να εξαιρεθείτε
να εξαιρεθεί να εξαιρεθούν(ε)
Voltooid tegenwoordige tijd να έχω εξαιρεθεί να έχουμε εξαιρεθεί
να έχεις εξαιρεθεί να έχετε εξαιρεθεί
να έχει εξαιρεθεί να έχουν εξαιρεθεί
Gebiedende wijs
Tegenwoordige tijd -- εξαιρείστε
Aoristus εξαιρέσου εξαιρεθείτε
Deelwoord
Tegenwoordige tijd εξαιρούμενος
Voltooid tegenwoordige tijd -- --
Onbepaalde wijs
Aoristus εξαιρεθεί
Voorbeelden met «εξαιρούμαι»:
ελληνικά ολλανδικά
Οι ανάπηροι εξαιρούνται από την υποχρέωση για στράτευση. Gehandicapten zijn vrijgesteld van dienstplicht.
Mε αίτηση της υπεράσπισης εξαιρέθηκαν δύο ένορκοι από την συμμετοχή τους. Op verzoek van de verdediging werden twee jurileden uitgesloten van hun deelname.
Όπως από τώρα πληροφορηθήκαμε, για τον ίδιο λόγο εξαιρούμαστε. Zoals we ons al gerealiseerd hadden, worden we uitgesloten om dezelfde reden.
Werkwoorden op dezelfde manier vervoegd als «εξαιρούμαι»:
- αναιρούμαι weerleggen, herroepen
- αφαιρούμαι * to come out of (something)
- διαιρούμαι verdeeld worden
- επαινούμαι geprezen worden
- παραπονούμαι * klagen
- .

Alle bovenstaande passieve vormen hebben een actieve vorm.

* «αφαιρούμαι» en «παραπονούμαι» hebben nog een passieve vorm nl. «αφαιριέμαι» en «παραπονιέμαι», die hetzelfde vervoegd worden als de passieve vorm «φοριέμαι» van het actieve werkwoord «φοράω, φορώ»