Tijden - wijzen Passieve Vorm
Aantonende wijs Enkelvoud Meervoud
Onvoltooid tegenwoordige tijd σκέφτομαι σκεφτόμαστε
σκέφτεσαι σκέφτεστε, σκεφτόσαστε
σκέφτεται σκέφτονται
Onvoltooid verleden tijd σκεφτόμουν(α) σκεφτόμαστε, σκεφτόμασταν
σκεφτόσουν(α) σκεφτόσαστε, σκεφτόσασταν
σκεφτόταν(ε) σκέφτονταν, σκεφτόντανε, σκεφτόντουσαν
Aoristus σκέφτηκα σκεφτήκαμε
σκέφτηκες σκεφτήκατε
σκέφτηκε σκέφτηκαν, σκεφτήκαν(ε)
Voltooid tegenwoordige tijd έχω σκεφτεί έχουμε σκεφτεί
έχεις σκεφτεί έχετε σκεφτεί
έχει σκεφτεί έχουν σκεφτεί
Voltooid verleden tijd είχα σκεφτεί είχαμε σκεφτεί
είχες σκεφτεί είχατε σκεφτεί
είχε σκεφτεί είχαν σκεφτεί
Toekomende tijd (1) θα σκέφτομαι θα σκεφτόμαστε
θα σκέφτεσαι θα σκέφτεστε, θα σκεφτόσαστε
θα σκέφτεται θα σκέφτονται
Toekomende tijd (2) θα σκεφτώ θα σκεφτούμε
θα σκεφτείς θα σκεφτείτε
θα σκεφτεί θα σκεφτούν(ε)
Voltooid toekomende tijd θα έχω σκεφτεί θα έχουμε σκεφτεί
θα έχεις σκεφτεί θα έχετε σκεφτεί
θα έχει σκεφτεί θα έχουν σκεφτεί
Aanvoegende wijs
Onvoltooid tegenwoordige tijd να σκέφτομαι να σκεφτόμαστε
να σκέφτεσαι να σκέφτεστε, να σκεφτόσαστε
να σκέφτεται να σκέφτονται
Aoristus να σκεφτώ να σκεφτούμε
να σκεφτείς να σκεφτείτε
να σκεφτεί να σκεφτούν(ε)
Voltooid tegenwoordige tijd να έχω σκεφτεί να έχουμε σκεφτεί
να έχεις σκεφτεί να έχετε σκεφτεί
να έχει σκεφτεί να έχουν σκεφτεί
Gebiedende wijs
Tegenwoordige tijd -- σκέφτεστε
Aoristus σκέψου σκεφτείτε
Deelwoord
Tegenwoordige tijd
Voltooid tegenwoordige tijd
Onbepaalde wijs
Aoristus σκεφτεί
Voorbeelden met «σκέφτομαι»
ελληνικά ολλανδικά
Σκέφτομαι ακόμη συχνά την μητέρα μου. Ik denk nog vaak aan mijn moeder.
Αυτό με βοηθάει να σκέφτομαι. Dat helpt me nadenken.
Προσπάθησε να μην σκέφτεσαι το χειρότερο για τον πατέρα σου. Probeer niet het ergste over je vader te denken.
Τώρα μόλις σε σκεφτόμουν. Ik dacht net aan je.
Είχα το χρόνο να σκεφτώ όλα τα λάθη που έκανα. Ik had de tijd om na te denken over alles wat ik fout deed.
Τώρα ξέρω ότι με σκεφτόσουν κι εσύ. Nu weet ik dat je ook aan mij dacht.
Σκέφτηκα ότι θα μας χρειαζόταν μια βοήθεια. Ik dacht dat we wel wat hulp konden gebruiken.
Σκέψου όμορφα πράγματα! Denk aan mooie dingen!
Δεν το έχω σκεφτεί ακόμα. Ik heb er nog niet over nagedacht.
Απλά δεν το έχουμε σκεφτεί για πολύ καιρό. We hebben er gewoon al zolang niet aan gedacht.
Werkwoorden op dezelfde manier vervoegd als «σκέφτομαι»:
- βλάφτομαι ** schade doen, beschadigen

* «σκέπτομαι» wordt hetzelfde vervoegd, met uitzondering van de hieronder genoemde tijden waarin «πτ« een «φθ» wordt.

van de aantonende wijs:

  • de aoristus
  • de voltooid tegenwoordige tijd
  • de voltooid verleden tijd
  • de voltooid tegenwoordige tijd
  • de voltooid verleden tijd
  • de toekomende tijd (2)
  • de voltooid toekomende tijd

van de aanvoegende wijs:

  • de aoristus
  • de voltooid verleden tijd

De 2de persoon van de aoristus in de gebiedende wijs (u en jullie) heeft 2 vervoegingen: «σκεφθείτε» en «σκεφτείτε» (de laatste is dus hetzelfde als in «σκέφτομαι»), zoals de aoristus van de onbepaalde wijs, «σκεφθεί» en «σκεφτεί» heeft.

** Hetzelfde geldt voor «βλάφτομαι» en «βλάπτομαι»