letters | greek | english |
---|---|---|
Α, α | ανοίγω, ο αδελφός, απέναντι | to open/ brother/ opposite |
Ανοίγει ένα μαγαζί απέναντι σπίτι μας. | He opens up a shop opposite our house. | |
Ανοίγει ένα μαγαζί απέναντι σπίτι μας. | ||
Ο αδελφός του είναι μεγαλύτερος μου κατά έξι χρόνια. | His brother is six years older than me. | |
Ο αδελφός του είναι μεγαλύτερος μου κατά έξι χρόνια. | ||
Β, β | βρίσκω, το βιβλίο, βαρετός,-η,-ο | to find, locate/ book/ boring, long-winded, annoying |
Δεν μπορώ να βρω το βιβλίο. | I can't find the book. | |
Δεν μπορώ να βρω το βιβλίο. | ||
Το βιβλίο είναι πολύ βαρετό. | The book is very boring. | |
Το βιβλίο είναι πολύ βαρετό | ||
Γ, γ | γράφω, η γυναίκα, για | to write/ woman/ for, to, about |
Τι γράφεις; | what do you write? | |
Τι γράφεις; | ||
Η γυναίκα μου γράφει για τον εαυτό της. | My wife writes about herself. | |
Η γυναίκα μου γράφει για τον εαυτό της. | ||
Δ, δ | δουλεύω, η δουλειά, δύσκολος,-η,-ο | to work, labor/ street/ difficult |
Η δουλειά μου δεν είναι τόσο δύσκολη. | My work is not that difficult. | |
Η δουλειά μου δεν είναι τόσο δύσκολη. | ||
Δε δουλεύω σε γραφείο αλλά σ'ένα κατάστημα. | I don't work in an office but in a shop. | |
Δε δουλεύω σε γραφείο αλλά σ'ένα κατάστημα. | ||
Ε, ε | έρχομαι, η Ελλάδα, ελληνικός, -η, -ο, | to come/ Griekenland/ Grieks |
Πολλοί τουρίστες έρχονται στην Ελλάδα. | Many tourists are coming to Greece. | |
Πολλοί τουρίστες έρχονται στην Ελλάδα. | ||
Η ελληνική γλώσσα είναι μάλλον δύσκολη. | The greek language is rather difficult. | |
Η ελληνική γλώσσα είναι μάλλον δύσκολη. | ||
Ζ, ζ | ζω, η ζωή, ζωηρός,-ή,-ό | to live/ life/ lively |
Έχει ζωηρή ζωή. | She has a lively life. | |
Έχει ζωηρή ζωή. | ||
Έζησε όλη του τη ζωή εδώ. | He lived here all his life. | |
Έζησε όλη του τη ζωή εδώ. | ||
Η, η | ηρεμώ, η ημέρα, ο ήλιος | to relax, calm down, be quiet/ dag/ zon |
Ο ήλιος δεν είναι πλανήτης, είναι αστέρι. | The sun is not a planet, it's a star. | |
Ο ήλιος δεν είναι πλανήτης, είναι αστέρι. | ||
Η θάλασσα θα ηρεμήσει εκείνη την ημέρα. | The sea will grow calm that day. | |
Η θάλασσα θα ησυχάζει εκείνη την ημέρα. | ||
Θ, θ | θυμάμαι, η θάλασσα, θεαματικός, -ή, -ό | to remember/ sea/ spectacular |
Η θάλασσα είναι θεαματική σήμερα. | The sea is spectacular today. | |
Η θάλασσα είναι θεαματική σήμερα. | ||
Δεν το θυμάμαι. | I don't remember it. | |
Δεν το θυμάμαι. | ||
Ι, ι | ισχύω, η ιδέα, ίσως | to be valid,be in force,apply/ idea/ may-be, perhaps |
Αυτός ο κανόνας ισχύει από τη Δευτέρα. | This rule is in force on Monday. | |
Αυτός ο κανόνας ισχύει από τη Δευτέρα. | ||
Ίσως δεν είναι τόσο καλή ιδέα. | It is perhaps not such a good idea. | |
Ίσως δεν είναι τόσο καλή ιδέα | ||
K, k | κάνω, καλά, κάτι | to do, make/ well, nicely, properly etc./ something |
Ο θεός να σ'έχει καλά. | God blesses you. | |
Ο θεός να σ'έχει καλά. | ||
Κάνει κάτι τόσο καλό για τη μητέρα του. | He does something good like this for his mother. | |
Κάνει κάτι τόσο καλό για τη μητέρα του. | ||
Λ, λ | λέω, τα λεπτά/το λεπτό, λίγος, -η, -ο | to say, tell, mention/ money, minute/ little |
Είμαι πίσω σ'ένα λεπτό. | I'll be back in a minute. | |
Είμαι πίσω σ'ένα λεπτό. | ||
Λέγεται ότι έχει λίγα λεπτά. | It has been said that he has little money. | |
Λέγεται ότι έχει λίγα λεπτά. | ||
Μ, μ | μιλάω/μιλώ, το μάθημα, μόνος,-η,-ο | to speak, talk, lesson,alone les, |
Θα μιλάμε για το μάθημα αυτό. | We will talk about this lesson. | |
Θα μιλάμε για το μάθημα αυτό. | ||
ζει μόνος του. | He lives alone. | |
ζει μόνος του. | ||
Ν, ν | νιώθω, το νησί/η νήσος, νοστιμός, -η, -ο | to feel, sense/ island/ tasty, good-looking, attractive |
Νιώθω καλά σε αυτό το νησί. | I feel gooed on that island. | |
Νιώθω καλά σε αυτό το νησί. | ||
Είναι τόσο νόστιμο. | It tastes so good. | |
Είναι τόσο νόστιμο. | ||
Ξ, ξ | ξέρω, ξαφνικά, ξυπνιός,-ά -ό | to know/ suddenly/ awake, smart, sharp-witted |
Ξαφνικά είσαι ξύπνιος. | Suddenly you are awake. | |
Ξαφνικά είσαι ξύπνιος. | ||
Ξέρουν ξένες γλώσσες. | They know foreign languages | |
Ξέρουν ξένες γλώσσες. | ||
Ο, ο | οδηγώ, το όνομα, όμορφος, -η, -ο, | drive, guide/ / name/ beautiful, pretty, handsome |
Οδηγεί το δικό του αυτοκίνητο. | He drives his own car. | |
Οδηγεί το δικό του αυτοκίνητο. | ||
Το όνομά της είναι η Ελένη και είναι πολύ όμορφη | Her name is Helen and she is very pretty. | |
Το όνομά της είναι η Ελένη και είναι πολύ όμορφη. | ||
Π, π | πηγαίνω, το παιδί, η πόλη | to go/ child/ town |
Πηγαίνουμε στο σχολείο για να μάθουμε πολλά. | We are going to school to learn a lot. | |
Πηγαίνουμε στο σχολείο για να μάθουμε πολλά. | ||
Το παιδί πηγαίνει στο σχολείο στην πόλη. | The child goes to school in town. | |
Το παιδί πηγαίνει στο σχολείο στην πόλη. | ||
Ρ, ρ | ρωτάω/ρωτώ, το ρήμα, ρητώς | to ask/ verb/ expressly |
Μου ρωτάει/ρωτά ρητώς να είμαι παρών. | He/She asks me expressly to be present. | |
Μου ρωτάει/ρωτά ρητώς να είμαι παρών. | ||
Το ελληνικό ρήμα ρωτώ είναι ένα ομαλό ρήμα. | The Greek verb to ask is a regular verb. | |
Το ελληνικό ρήμα ρωτώ είναι ένα ομαλό ρήμα. | ||
Σ, σ, ς | σπουδάζω, σωστός, -η, -ο, σωστά | to study/ right, correct/ right, correctly |
Σωστά, έχετε δίκιο. | Indeed, you're richt. | |
Σωστά, έχετε δίκιο. | ||
Σπουδάζουν στη σωστή πόλη. | They are studying in the right town. | |
Σπουδάζουν στη σωστή πόλη. | ||
Τ, τ | τιμάω/τιμώ, η τάξη, τώρα | to celebrate, honour, grace/ class, classroom, order, tidiness/ now |
Τιμάμε τα φαγητά της. | We honour her dishes. | |
Τιμάμε τα φαγητά της. | ||
Ποιος στην τάξη μας είναι ο καλύτερος τώρα. | Who is the best now in our class. | |
Ποιος στην τάξη μας είναι ο καλύτερος τώρα. | ||
Υ, υ | υπάρχω, η υγεία, υγιής,-ής,-ές | to be, exist/ health/ healthy, sane, fit |
Είναι υγιής και υγεία της είναι καλά. | She is fit and her health is good. | |
Είναι υγιής και υγεία της είναι καλά. | ||
Υπάρχει Θεός; | Is there a God? | |
Υπάρχει Θεός; | ||
Φ, φ | φεύγωο, ο φίλος, φθηνά | to leave/ friend/ cheaply |
Ο φίλος μου φεύγει νωρίς το απόγευμα. | My friend leaves early this afternoon/evening. | |
Ο φίλος μου φεύγει νωρίς το απόγευμα. | ||
Βρήκα φθηνά εισιτήρια στο ιντερνετ. | I found a cheap ticket on internet. | |
Βρήκα φθηνά εισιτήρια στο ιντερνετ. | ||
Χ, χ | χορεύω, το χρώμα, χωρίς | to dance/ colour/ without |
Χορεύεις ωραία. | You dance nice. | |
Χορεύεις ωραία. | ||
Χωρίς όλα αυτά τα χρώματα είναι πολύ βαρετά. | Without all these colours it is terribly boring. | |
Χωρίς όλα αυτά τα χρώματα είναι πολύ βαρετά. | ||
Ψ, ψ | το ψήνω, to ψάρι, ψητός,-ή,-ό | το cook, bake, roast, grill/ vis/ roast, barbecued |
Μ'αρέσει ψητό ψάρι. | I love grilled fish. | |
Μ'αρέσει ψητό ψάρι. | ||
Το κρέας ψήνεται και δεν ψήνεται στη σχάρα. | The meat is baked and not grilled. | |
Το κρέας ψήνεται και δεν ψήνεται στη σχάρα. | ||
Ω, ω | ωφελώ, η ώρα, ωραία | to benefit, profit, gain/ hour, point of time/ well, fine |
Από ώρα είναι πολύ ωραία εδώ. | For some time it's very nice here. | |
Από ώρα είναι πολύ ωραία εδώ. | ||
Δεν ωφελούν άμεσα ή έμμεσα. | They do not benefit directly or indirectly | |
Δεν ωφελούν άμεσα ή έμμεσα. |
Some notes about the above sentences:
The words «μεγαλύτερος» in «Α, α» and «καλύτερος» in «Τ, τ» are the comparative degrees of the adjectives «μεγάλος, -η, -ο» and «καλός, ή, -ό». The ending «ος» modifies in «ύ», supplemented with the suffix «-τερος, -η, ο». Look at the degrees of comparison in which this is explained in detail.
In «Β, β», «Π, π», and «Ρ, ρ» the subjunctive mood has been used with the particle «να». The subjunctive mood is often used in key phrases with all forms of the verb to express wishes, requests, suggestions, prohibitions and some commands. But also after certain verbs such as «μπορώ» - can, may and behind some prepositions such as «χωρίς». Look at the particle «να» for more explanation
In some of the above sentences the negative particle «δεν» is used. Unlike other European languages, Modern Greek has multiple particles to express a negation, but «δεν» is used in the indicative mood, i.e. the mood used so far in the present tense. Look at the particle «δεν» and on the negation for more clarity
Τhe end «-ν», which has been omitted at «Ζ, ζ» from the phrase «τη(ν) ζωή», is always used in front of vowels and most of the time in front of the following consonants and combinations: «κ, ξ, π, τ, ψ,μπ, ντ, γκ, τζ and τσ». They may be omitted in front of: «β, γ, δ, ζ, θ, μ, ν, λ, ρ, σ, χ and φ». The same applies in front of the negative particles «δε(ν)» and
«μη(ν)», for instance at «Δ, δ» in «δε δουλεύω», the end «-ν» has been ommitted from «δεν».When two vowels come together, either in a compound word or between words in a sentence, it is likely that one of the two will be omitted. Which one is complicated and depends mostly on the position of the vowel in the order of the sound. It has been shown that the five Greek vowels are arranged on the scale of the sound from the most soundful to the least soundful vowel. This scale looks, in our own sounds, as follows: 1) «a», 2) «o», 3) «u», 4) «e» and 5) «i», although the «i» sometimes proves to be more soundful than the «e». But the fuller the sound is, the less a vowel will be omitted. An example is at «Κ, κ» where «σε» and «έχει» are combined by means of a separator in the sentence «Ο θεός να σ'έχει καλά». The word «έχει» here is a sound with the stress on the «ε» ranked above the «ε» of «σε». The same occurs at
«Ψ, ψ» in the sentence «μ'αρέσει ψητό ψάρι», of which «ου» has been omitted from the personal pronoun «μου», as being less soundful than «α».The words with the endings in «-ή,-ό», «-α,-ο» and «-ής,-ές» are the adjectives, which are declined according to the declension category, masculine single and plural, femine single and plural and neuter single and plural, of the nouns they accompany.
Adverb like «άμεσα», «εδώ», «χωρίς», «ρητώς», «καλά» etc. are indeclinable, as well as the prepositions «για», «σε» and «από». The nouns following the prepositions are declined in the accusative (4th case).
The verb «αρέσω», In the present tense. For a complete conjugation , look at «αρέσω»
- αρέσω
- αρέσεις
- αρέσει
- αρέσουμε, αρέσομε
- αρέσετε
- αρέσουν(ε)
- I like
- you like
- he/she/it likes
- we like
- you like
- they like
Some examples with «αρέσω»:
ελληνικά | αγγλικά |
---|---|
Σας αρέσει η Ελλάδα; | Do you like Greece? |
Σας αρέσουν οι κεφτέδες; | Do you like meatballs? |
Σου αρέσει η σούπα; | Do you like soup? |
Σου αρέσουν τα μαθήματα; | Do you like the lessons? |
Σας αρέσει το βιβλίο; | Do you like the book? |
Μου αρέσει το βιβλίο. | I like the book. |
Μας αρέσει το βιβλίο. | We like the book. |
Μου αρέσουν τα βιβλία. | I like books. |
Μας αρέσουν τα βιβλία. | We like books. |
Αν σ'άρεσιε! | Like it or lump it! |
Δεν του αρέσω. | He doesn't like me. |
Είτε αρέσει είτε όχι. | Whether I like it or not. |
Μου αρέσει δεν μου αρέσει. | Whether I like it or not. |
Θα κάνω ό,τι μ'αρέσει. | I'll do as I please. |
Μου αρέσεις. | I like you. |
Μου αρέσουν. | I like them. |
Όπως σου αρέσει. | Do as you please. |
The verb «μπορώ», in the present tense. For a complete conjugation, look at «μπορώ»
- μπορώ
- μπορείς
- μπορεί
- μπορούμε
- μπορείτε
- μπορούν(ε)
- I can,may
- you can,may
- he/she/it can, may
- we can,may
- you can,may
- they can, may
Some examples with «μπορώ»:
ελληνικά | αγγλικά |
---|---|
Μπορώ να πάω έξω; | Can i go outside? |
Μπορώ να κάνω κάτι. | I can do something. |
Θα κάνω ό,τι μπορώ. | I will do what I can. |
Μπορείς να το κάνεις. | You can do it. |
Δεν μπορώ να το γράφω | I can't write . |
Μπορείς αύριο; | Can you make it tomorrow? |
Δεν μπορεί! * | That's not possible! |
Μπορεί να είναι στο σπίτι. * | He could be home. |
Μπορεί να βρέξει αύριο. * | It could rain tomorrow. |
Δεν μπορεί να το έκανε αυτός. * | He could not have done that. |
* In the last 4 sentences the unpersonal «μπορεί» has been used, i.e. the same word as the 3rd person singular of the verb, but herewith a possibility has been expressed, whilst «μπορεί» as the 3rd personal form of the verb the characteristics ability and permission has been assigned.
This can lead to problems, in particular with respect to the interpretation in a conversation. In a text it is easier to look through which form has been used.
Cardinal and ordinal numbers:
cardinal: masculine, feminine, neuter | ordinal: masculine, feminine, neuter |
---|---|
01. ένας, μία, ένα | 01st. πρώτος, πρώτη, πρώτο |
02. δύο, δύο, δύο | 02nd. δεύτερος, δεύτερη, δεύτερα |
03. τρεις, τρεις, τρία . | 03rd. τρίτος, τρίτη, τρίτο |
04. τέσσερις, τέσσερις, τέσσερα | 04th. τέταρτος, τέταρτη, τέταρτο |
05. πέντε, πέντε, πέντε | 05th. πέμπτος, πέμπτη, πέμπτο |
06. έξι, έξι, έξι | 06th. έκτος, έκτη, έκτο |
07. επτά, επτά, επτά | 07th. έβδομος, έβδομη, έβδομο |
08. οκτώ, οκτώ, οκτώ | 08th. όγδοος, όγδοη, όγδοο |
09. εννέα, εννέα, εννέα | 09th.ένατος, ένατη, ένατο |
10. δέκα, δέκα, δέκα | 10th. δέκατος, δέκατη, δέκατο |
11. έντεκα, έντεκα, έντεκα | 11th. εντέκατος, εντέκατη, εντέκατο |
12. δώδεκα, δώδεκα, δώδεκα | 12th. δωδέκατος, δωδέκατη, δωδέκατο |
Some notes about above numerals:
The cardinals are declined like adjectives according to gender, single and plural and case of the noun or another part in the sentence where they belong to.
This does not apply to the indeclinable numeral 11.
All numeral ending in 3 are delined in the same way.
All numeral ending in 4 are delined in the same way.
More info at the numerals