Present |
τιμάω, τιμώ |
τιμάμε, τιμούμε |
τιμάς |
τιμάτε |
τιμάει, τιμά |
τιμάν(ε), τιμούν(ε) |
Imperfect |
τιμούσα |
τιμούσαμε |
τιμούσες |
τιμούσατε |
τιμούσε |
τιμούσαν(ε) |
Aorist (simple past) |
τίμησα |
τιμήσαμε |
τίμησες |
τιμήσατε |
τίμησε |
τίμησαν, τιμήσαν(ε) |
Perfect |
έχω τιμήσει, έχω τιμημένο |
έχουμε τιμήσει, έχουμε τιμημένο |
έχεις τιμήσει, έχεις τιμημένο |
έχετε τιμήσει, έχετε τιμημένο |
έχει τιμήσει, έχει τιμημένο |
έχουν τιμήσει, έχουν τιμημένο |
Pluperfect |
είχα τιμήσει, είχα τιμημένο |
είχαμε τιμήσει, είχαμε τιμημένο |
είχες τιμήσει,είχες τιμημένο |
είχατε τιμήσει, είχατε τιμημένο |
είχε τιμήσει, είχε τιμημένο |
είχαν τιμήσει, είχαν τιμημένο |
Future (continuous) |
θα τιμάω, θα τιμώ |
θα τιμάμε, θα τιμούμε |
θα τιμάς |
θα τιμάτε |
θα τιμάει, θα τιμά |
θα τιμάν(ε), θα τιμούν(ε) |
Future (simple) |
θα τιμήσω |
θα τιμήσουμε, θα τιμήσομε |
θα τιμήσεις |
θα τιμήσετε |
θα τιμήσει |
θα τιμήσουν(ε) |
Future Perfect |
θα έχω τιμήσει, θα έχω τιμημένο |
θα έχουμε τιμήσει, θα έχουμε τιμημένο |
θα έχεις τιμήσει, θα έχεις τιμημένο |
θα έχετε τιμήσει, θα έχετε τιμημένο |
θα έχει τιμήσει, θα έχει τιμημένο |
θα έχουν τιμήσει, θα έχουν τιμημένο |
Subjunctive mood |
|
Present |
να τιμάω, να τιμώ |
να τιμάμε, να τιμούμε |
να τιμάς |
να τιμάτε |
να τιμάει, να τιμά |
να τιμάν(ε), να τιμούν(ε) |
Aoristus |
να τιμήσω |
να τιμήσουμε, να τιμήσομε |
να τιμήσεις |
να τιμήσετε |
να τιμήσει |
να τιμήσουν(ε) |
Perfect |
να έχω τιμήσει, να έχω τιμημένο |
να έχουμε τιμήσει, να έχουμε τιμημένο |
να έχεις τιμήσει, να έχεις τιμημένο |
να έχετε τιμήσει, να έχεις τιμημένο |
να έχει τιμήσει, να έχει τιμημένο |
να έχουν τιμήσει, να έχουν τιμημένο |
Imperative mood |
|
Present |
τίμα |
τιμάτε |
Aorist |
τίμησε, τίμα |
τιμήστε |
Participle |
|
Present |
τιμώντας |
Perfect |
έχοντας τιμήσει |
Infinitive |
|
Aorist |
τιμήσει |