Tenses - moods Active voice
Indicative mood Singular Plural
Present ζητάω, ζητώ ζητάμε, ζητούμε
ζητάς ζητάτε
ζητάει, ζητά ζητάν(ε), ζητούν(ε)
Imperfect ζητούσα, ζήταγα ζητούσαμε, ζητάγαμε
ζητούσες, ζήταγες ζητούσατε, ζητάγατε
ζητούσε, ζήταγε ζητούσαν(ε), ζήταγαν, ζητάγανε
Aorist (simple past) ζήτησα ζητήσαμε
ζήτησες ζητήσατε
ζήτησε ζήτησαν, ζητήσαν(ε)
Perfect έχω ζητήσει έχουμε ζητήσει
έχεις ζητήσει έχετε ζητήσει
έχει ζητήσει έχουν ζητήσει
Pluperfect είχα ζητήσει είχαμε ζητήσει
είχες ζητήσει είχατε ζητήσει
είχε ζητήσει είχαν ζητήσει
Future (continuous) θα ζητάω, θα ζητώ θα ζητάμε, θα ζητούμε
θα ζητάς θα ρωτάτε
θα ζητάει, θα ζητά θα ζητάν(ε), θα ζητούν(ε)
Future (simple) θα ζητήσω θα ζητήσουμε, θα ζητήσομε
θα ζητήσεις θα ζητήσετε
θα ζητήσει θα ζητήσουν(ε)
Future Perfect θα έχω ζητήσει θα έχουμε ζητήσει
θα έχεις ζητήσει θα έχετε ζητήσει
θα έχει ζητήσει θα έχουν ζητήσει
Subjunctive mood
Onvoltooid tegenwoordige tijd να ζητάω, να ζητώ να ζητάμε, να ζητούμε
να ρωτάς να ρωτάτε
να ζητάει, να ζητά να ζητάν(ε), να ζητούν(ε)
Aorist να ζητήσω να ζητήσουμε, να ζητήσομε
να ζητήσεις να ζητήσετε
να ζητήσει να ζητήσουν(ε)
Perfect να έχω ζητήσει να έχουμε ζητήσει
να έχεις ζητήσει να έχετε ζητήσει
να έχει ζητήσει να έχουν ζητήσει
Imperative mood
Present ζήτα, ζήταγε ζητάτε
Aorists ζήτησε, ζήτα ζητήστε
Participle
Present ζητώντας
Perfect έχοντας ζητήσει
Infinitive
Aorist ζητήσει
Examples with «ζητάω, ζητώ»:
ελληνικά αγγικά
Του ζητούσε να βγάλει τα σκουπίδια. She requested him to put garbage outside.
Αν πληγώσεις τα αισθήματα κάποιου, πρέπει να ζητήσεις συγνώμη. When you hurt someone's feelings, you have to apologize.
ζήτω! φώναξαν όλοι μαζί. Long live! (or: Hurrah!) they shouted all together.
ζήτω η Ελευθερία! Long live freedom!
Tον ζήτησα παντού, αλλά δεν τον βρήκα. I looked for him everywhere, but did not find him.
Θα θέλαμε να ζητήσουμε από την επιτροπή που πρόκειται να συμβεί. We would like to ask the committee what is going to happen.

Verbs with the same conjugation as «ζητάω, ζητώ»

Tenses - moods Passive voice
Indicative mood Singular Plural
Present ζητιέμαι ζητιόμαστε
ζητιέσαι ζητιέστε, ζητιόσαστε
ζητιέται ζητιούνται, ζητιόνται
Imperfect ζητιόμουν(α) ζητιόμαστε, ζητιόμασταν
ζητιόσουν(α) ζητιόσαστε, ζητιόσασταν
ζητιόταν(ε) ζητιόνταν(ε), ζητιούνταν, ζητιόντουσαν
Aorist (simple past) ζητήθηκα ζητηθήκαμε
ζητήθηκες ζητηθήκατε
ζητήθηκε ζητήθηκαν, ζητηθήκαν(ε)
Perfect έχω ζητηθεί έχουμε ζητηθεί
έχεις ζητηθεί έχετε ζητηθεί
έχει ζητηθεί έχουν ζητηθεί
Pluperfect είχα ζητηθεί είχαμε ζητηθεί
είχες ζητηθεί είχατε ζητηθεί
είχε ζητηθεί είχαν ζητηθεί
Future (continuous) θα ζητιέμαι θα ζητιόμαστε
θα ζητιέσαι θα ζητιέστε, θα ζητιόσαστε
θα ζητιέται θα ζητιούνται, θα ζητιόνται
Future (simple) θα ζητηθώ θα ζητηθούμε
θα ζητηθείς θα ζητηθείτε
θα ζητηθεί θα ζητηθούν(ε)
Future Perfect θα έχω ζητηθεί θα έχουμε ζητηθεί
θα έχεις ζητηθεί θα έχετε ζητηθεί
θα έχει ζητηθεί θα έχουν ζητηθεί
Subjunctive mood
Present να ζητιέμαι να ζητιόμαστε
να ζητιέσαι να ζητιέστε, να ζητιόσαστε
να ζητιέται να ζητιούνται, να ζητιόνται
Aorist να ζητηθώ να ζητηθούμε
να ζητηθείς να ζητηθείτε
να ζητηθεί να ζητηθούν(ε)
Perfect να έχω ζητηθεί να έχουμε ζητηθεί
να έχεις ζητηθεί να έχετε ζητηθεί
να έχει ζητηθεί να έχουν ζητηθεί
Subjunctive mood
Present -- ζητιέστε
Aorist ζητήσου ζητηθείτε
Participle
Present --
Perfect -- --
Infinitive
Aorist ζητηθεί
Examples with «ζητιέμαι»:
ελληνικά αγγικά
Παλιό μοντέλο, αλλά ακόμα ζητιέται. Old model, but still a hit.
Ζητιέται οικιακές βοηθοί! In demand domestic workers!
Για το φαινόμενο έχει ζητηθεί η άποψη πολλών ειδικών. For this phenomenon the opinion of many experts has been requested.
Η βασικότερη αιτία είναι που να αρέσουν, να ζητιούνται. The main reason is that they like, to be requested.

Verbs with the same conjugation as «ζητιέμαι»