Tenses - moods Passive voice
Indicative Mood Singular Plural
Present φαίνομαι φαινόμαστε
φαίνεσαι φαίνεστε, φαινόσαστε
φαίνεται φαίνονται
Imperfect φαινόμουν(α) φαινόμαστε, φαινόμασταν
φαινόσουν(α) φαινόσαστε, φαινόσασταν
φαινόταν(ε) φαίνονταν, φαινόντανε, φαινόντουσαν
Aorist (simple past) φάνηκα φανήκαμε
φάνηκες φανήκατε
φάνηκε φάνηκαν, φανήκαν(ε)
Perfect έχω φανεί έχουμε φανεί
έχεις φανεί έχετε φανεί
έχει φανεί έχουν φανεί
Plusperfect είχα φανεί είχαμε φανεί
είχες φανεί είχατε φανεί
είχε φανεί είχαν φανεί
Future (continuous) θα φαίνομαι θα φαινόμαστε
θα φαίνεσαι θα φαίνεστε, θα φαινόσαστε
θα φαίνεται θα φαίνονται
Future (simple) θα φανώ θα φανούμε
θα φανείς θα φανείτε
θα φανεί θα φανούν(ε)
Future Perfect θα έχω φανεί θα έχουμε φανεί
θα έχεις φανεί θα έχετε φάνει
θα έχει φανεί θα έχουν φανεί
Subjunctive Mood
Present να φαίνομαι να φαινόμαστε
να φαίνεσαι να φαίνεστε, να φαινόσαστε
να φαίνεται να φαίνονται
Aorist να φανώ να φανούμε
να φανείς να φανείτε
να φανεί να φανούν(ε)
Perfect να έχω φανεί να έχουμε φανεί
να έχεις φανεί να έχετε φανεί
να έχει φανεί να έχουν φανεί
Imperative Mood
Present -- φαίνεστε
Aorist φανού φανείτε
Participle
Present
Perfect
Infinitive
Aorist φανεί
Examples with «φαίνομαι»:
ελληνικά αγγλικά
Φαίνεται να χειροτερεύουν τα πράγματα. It seems as if things are getting worse.
Όταν γύρισε χθες το βράδυ φαινόταν κουρασμένος. When he returned yesterday he seems to be tired.
Φοβάμαι μήπως φανεί ότι τον κοροϊδεύω. I'm afraid that it seems as if I have him on.
Δεν πρέπει να φανεί ότι φοβάσαι. It must not look like as if you're afraid.
Φαίνεται πως έχεις δίκιο τελικά. Even so you seem to be right.
Mου φάνηκε πως άκουσα ένα θόρυβο. To me it seems as if I heard a sound.
Tα αποτελέσματα των ενεργειών μας θα φανούν αργότερα The results of our actions will be turned out later.
Mια μέρα θα φανεί η αλήθεια One day the truth will be clear.
Verbs with the same conjugation as «φαίνομαι»:
- διαφαίνομαι to make transparant
- χαίρομαι To be happy, cheerful, to enjoy yourself

«βαριοφαίνεται» = it's a burden for me