Present |
καταγγέλλω |
καταγγέλλουμε, καταγγέλλομε |
καταγγέλλεις |
καταγγέλλετε |
καταγγέλλει |
καταγγέλλουν(ε) |
Imperfect |
κατάγγελλα, κατήγγελλα |
καταγγέλλαμε |
κατάγγελλες, κατήγγελλες |
καταγγέλλατε |
κατάγγελλε, κατήγγελλε |
κατάγγελλαν, καταγγέλλαν(ε), κατήγγελλαν |
Aorist (simple past) |
κατάγγειλα, κατήγγειλα |
καταγγείλαμε |
κατάγγειλες, κατήγγειλες |
καταγγείλατε |
κατάγγειλε, κατήγγειλε |
κατάγγειλαν, καταγγείλαν(ε), κατήγγειλαν |
Perfect |
έχω καταγγείλει |
έχουμε καταγγείλει |
έχεις καταγγείλει |
έχετε καταγγείλει |
έχει καταγγείλει |
έχουν καταγγείλει |
Voltooid verleden tijd |
είχα καταγγείλει |
είχαμε καταγγείλει |
είχες αναγγείλει |
είχατε αναγγείλει |
είχε καταγγείλει |
είχαν καταγγείλει |
Future (continuous) |
θα καταγγέλλω |
θα καταγγέλλουμε, θα καταγγέλλομε |
θα καταγγέλλεις |
θα καταγγέλλετε |
θα καταγγέλλει |
θα καταγγέλλουν(ε) |
Future (simple) |
θα καταγγείλω |
θα καταγγείλουμε, θα καταγγείλομε |
θα καταγγείλεις |
θα καταγγείλετε |
θα καταγγείλει |
θα καταγγείλουν(ε) |
Future Perfect |
θα έχω καταγγείλει |
θα έχουμε καταγγείλει |
θα έχεις καταγγείλει |
θα έχετε καταγγείλει |
θα έχει καταγγείλει |
θα έχουν καταγγείλει |
Subjunctive mood |
|
Aorist (simple past) |
να καταγγέλλω |
να καταγγέλλουμε, να καταγγέλλομε |
να αναγγέλλεις |
να αναγγέλλετε |
να αναγγέλλει |
να αναγγέλλουν(ε) |
Aorist |
να καταγγείλω |
να καταγγείλουμε, να καταγγείλομε |
να καταγγείλεις |
να καταγγείλετε |
να καταγγείλει |
να καταγγείλουν(ε) |
Perfect |
να έχω καταγγείλει |
να έχουμε καταγγείλει |
να έχεις καταγγείλει |
να έχετε καταγγείλει |
να έχει καταγγείλει |
να έχουν καταγγείλει |
Imperative mood |
|
Present |
κατάγγελλε |
καταγγέλλετε |
Aorist |
κατάγγειλε |
καταγγείλετε, καταγγείλτε |
Participle |
|
Present |
καταγγέλλοντας |
Perfect |
έχοντας καταγγείλει |
Infinitive |
|
Aorist |
καταγγείλει |